Ποιοί δεν έχουν συμφέρον να εφαρμοστεί η συμφωνία ΤΑΠ-ΕΕΤΕ;
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ /ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ποιοί δεν έχουν συμφέρον να εφαρμοστεί η συμφωνία ΤΑΠ-ΕΕΤΕ;
Στα συρτάρια η συμφωνία ΤΑΠ-ΕΕΤΕ για την παραγωγή, την παρουσίαση, προβολή και διάθεση προς πώληση σύγχρονων εικαστικών καλλιτεχνικών έργων, με πηγή έμπνευσης την πολιτιστική μας κληρονομιά
Ποιοι δεν έχουν συμφέρον να εφαρμοστεί η συμφωνία ΤΑΠ-ΕΕΤΕ;
Ή ποιοί έχουν συμφέρον να μην εφαρμοστεί;
Συμπληρώνονται σχεδόν δύο χρόνια από τη συμφωνία συνεργασίας που υπέγραψαν τον Μάρτιο του 2017, το Δ.Σ. του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (υπό την προεδρία της κας Λούβη – Κίζη) και το Δ.Σ. του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου που εποπτεύεται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού). Αυτή η κοινή συμφωνία έχει στόχο την παραγωγή, παρουσίαση, προβολή και διάθεση προς πώληση σύγχρονων εικαστικών καλλιτεχνικών έργων, καθώς και αναπαραγωγών, με πηγή έμπνευσης την πολιτιστική μας κληρονομιά, έργων εμπνευσμένων από τα εκθέματα στα δημόσια μουσεία της χώρας.
Ο κυριότερος λόγος που το ΤΑΠ και το ΕΕΤΕ κατέληξαν σ' αυτή τη συμφωνία, υπήρξε η κοινή αντίληψη για την εξαιρετικά χαμηλή ποιότητα των περισσότερων σχετικών αντικειμένων, που γέμιζαν τις προθήκες αλλά και τις αποθήκες των πωλητηρίων των Μουσείων της χώρας, ιδιαίτερα μετά την αποψίλωση των εικαστικών καλλιτεχνών στα εργαστήρια του ΤΑΠ (λόγω συνταξιοδοτήσεων και μη αντίστοιχων προσλήψεων την περίοδο 2011-2018) αλλά και της προσπάθειας ιδιωτικοποίησης λειτουργιών του ΤΑΠ, με την δημιουργία του ΟΠΕΠ από το 1998... Ποιότητα η οποία κατά γενική ομολογία ήταν επιεικώς απαράδεκτη.
Το ΕΕΤΕ και τα μέλη του, παρότι το ΤΑΠ παρέβη το νόμο για τους δημόσιους καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς το 2016 για έργα τα οποία θα πωλούνταν από τα πωλητήρια του ΤΑΠ, δεν κατήγγειλαν ως παράνομο το διαγωνισμό, προκειμένου τα πωλητήρια να έχουν έργο προς πώληση τις περιόδους 2016 και 2017, ευελπιστώντας στην ενεργοποίηση της συμφωνίας από την οποία θα προέκυπτε σύγχρονο και οικονομικά προσιτό καλλιτεχνικό έργο.
Μέχρι σήμερα, το ΤΑΠ δεν πήρε καμία πρωτοβουλία ως όφειλε. Από τον Σεπτέμβριο του 2017, οι επιστολές μας για το θέμα παραμένουν αναπάντητες.
Δυστυχώς, διαπιστώνουμε ότι η άρνηση του ΤΑΠ να υλοποιήσει την εν λόγω συμφωνία, καλύπτεται πλήρως και από το ΥΠΠΟΑ.
Μας προκαλεί εντύπωση που μέχρι σήμερα η διοίκηση του ΤΑΠ δεν έχει απαντήσει στις συνεχείς επιστολές μας για υλοποίηση του έργου. Παρόλο που ο Υφυπουργός κ. Στρατής, σε συνάντηση εργασίας με το ΕΕΤΕ τον Σεπτέμβρη του 2018 με αντικείμενο την ενεργοποίηση της συμφωνίας, εξέτασε το θέμα και συμφώνησε να επιταχυνθεί η διαδικασία.
Εκτός των άλλων, η μη υλοποίηση της συμφωνίας επιφέρει αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις στα μέλη μας και στο ΕΕΤΕ, τα οποία εν μέσω οικονομικής κρίσης, βλέπουν από την μια την άνοδο της επισκεψιμότητας στα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους, όπως επίσης και αύξηση των εσόδων του ΤΑΠ από τα πωλητήρια, (ξεπέρασαν οι πωλήσεις έργων τα 4.000.000 ευρώ) και από την άλλη, την απουσία του έργου τους από τα πωλητήρια, όπου συχνά εκεί βρίσκονται κακής ποιότητας “φτηνά” εισαγόμενα.
Τίθεται εύλογα το ερώτημα, για ποιον δουλεύει το ΤΑΠ;
Για την τέχνη, τους καλλιτέχνες και τον πολιτισμό;
Ή αποτελεί το εργαλείο προώθησης και πώλησης πολιτιστικών προϊόντων εισαγωγικών εταιρειών και εμπόρων γενικώς;
Ποιοι δεν έχουν συμφέρον από τη συμφωνία ΤΑΠ - ΕΕΤΕ;
Δεν έχουν συμφέρον οι επιχειρηματίες που εμπορεύονται την τέχνη και αρμέγουν το δημόσιο χρήμα που θέλουν εξασφαλισμένα κέρδη από την πώληση, και δεν ενδιαφέρονται ούτε για το αισθητικό αποτέλεσμα, ούτε για το καλλιτεχνικό έργο, παρά μόνο για επικερδείς μπίζνες.
Αν δεν είναι έτσι, τότε άμεσα να προχωρήσουμε στην υλοποίηση της συμφωνίας. Σε αντίθετη περίπτωση, θα επιβεβαιωθούν οι φόβοι μας ότι κάποιοι δουλεύουν για την Πολιτιστική Βιομηχανία του κέρδους, υπό το πρίσμα της λεγόμενη «Έξυπνης οικονομίας», η οποία συνδέει το πολιτιστικό αγαθό, ευθέως με την επιχειρηματική δράση, αδιαφορώντας επί της ουσίας για την εικόνα που δίνει η χώρα προς τα έξω, όταν ο επισκέπτης-τουρίστας έρχεται σε επαφή με κακής ποιότητας “καλλιτεχνικά” αντικείμενα.
Η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Πολιτισμού οφείλει μιαν απάντηση.